- θαλασσομάνα
- ηζώο της θάλασσας, τσούχτρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
τσούχτρα — η 1. έντομο που το τσίμπημά του προξενεί καυστικό πόνο. 2. το θαλασσινό ζώο ακαλήφη, η γλοιώδης μέδουσα των ελληνικών θαλασσών, η τσουλούφα, η θαλασσομάνα. 3. μτφ., άνθρωπος πειραχτικός, δηκτικός, σαρκαστής: Τι τσούχτρα είναι, τον στενοχώρησε τον … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)